Τα Παραμύθια μου

Πίκο ο γενναίος Ιππόκαμπος

Στον μαγευτικό βυθό της θάλασσας, ανάμεσα σε μοναδικές και σπάνιες ανεμώνες, εντυπωσιακές μέδουσες, μικρά και μεγάλα χταπόδια, υπέρλαμπρους αστερίες, αλλά και χιλιάδες άλλα είδη ψαριών, ζούσε ο Πίκο. Ένας μικρούλης και ζωηρός ιππόκαμπος, μαζί με τους γονείς του και τη μεγαλύτερη αδερφούλα του την Κάλια. Το σπίτι τους ήταν πάνω στον πιο μεγάλο βράχο του βυθού και γύρω του υπήρχαν, πολύχρωμα κοράλλια και αμέτρητα φύκια που έμπλεκε συνέχεια την ουρά του ο Πίκο. Τα πάντα κυλούσαν ήρεμα και η ζωή στον βυθό, ήταν ονειρεμένη!
Μια μέρα λοιπόν που ο μπαμπάς ιππόκαμπος μαστόρευε τον κήπο του στον βυθό και ο Πίκο είχε βγει για να παίξει με την Κάλια, άκουσε τον Μίλτο το χταπόδι να φωνάζει... Τρέξτε, τρέξτε να σωθείτε, μας επιτέθηκε καρχαρίας…
- Μα πώς είναι δυνατόν; ποτέ δεν μας έχει ξανάεπιτεθεί καρχαρίας. Είμαστε στο πιο ήσυχο μέρος του βυθού. Είσαι σίγουρος βρε Μίλτο; ρώτησε ο μπαμπάς ιππόκαμπος.
- Τον είδα με τα μάτια μου σου λέω, άνοιξε το στόμα του και με μιας εξαφάνισε, δέκα… είκοσι… τριάντα...! Αχ... τα έχασα δεν κατάλαβα πόσα ακριβώς, αλλά ήταν πολλά, είπε ο Μίλτος και τότε είδαν τις μέδουσες που έτρεμαν από τον φόβο τους κι έναν ολόκληρο στρατό από διάφορα ψάρια που έτρεχαν να σωθούν από τα σαγόνια του πεινασμένου καρχαρία.
- Πάμε να βρούμε τον Πίκο και την Κάλια μέχρι να έρθει και η γυναίκα μου για να κρυφτούμε όλοι μαζί, είπε ο ιπποκαμπομπαμπάς και αμέσως ξεκίνησαν να φωνάζουν.
- Πίκο… Κάλια... ελάτε γρήγορα…!
- Τι έγινε μπαμπά; γιατί φωνάζεις; Και ο κύριος Μίλτος τι δουλειά έχει μαζί σου; ρώτησε η Κάλια.
- Μα καλά, δεν έχετε καταλάβει τίποτα; Μας επιτέθηκε καρχαρίας. Ελάτε πίσω μου να κρυφτούμε.
- Περίμενε μπαμπά, έρχεται η μαμά, δες την πως τρέχει... χα χα χα, είπε ο σκανδαλιάρης Πίκο καθώς γέλαγε, που έβλεπε τη μαμά του να τρέχει για να τους προλάβει.
- Μικρέ μου τα πράγματα είναι πολύ σοβαρά, εσείς δεν έχετε δει ποτέ καρχαρία, να δείτε πόσο μεγάλος και τρομαχτικός είναι. Εγώ που τον είδα να καταβροχθίζει με μιας τόσα ψάρια, ακόμα φοβάμαι, είπε τρομαγμένα και μελαγχολικά ο Μίλτος.
- Δεν έχουμε χρόνο για εξηγήσεις, πρέπει να κρυφτούμε γρήγορα, πριν έρθει εδώ ο καρχαρίας, φώναξε ο μπαμπάς ιππόκαμπος καθώς πλησίαζε τη γυναίκα του.
Έτσι γρήγορα και αστραπιαία όλοι μαζί κρύφτηκαν βαθιά κάτω από τον βράχο, που έμενε ο κύριος Μίλτος. Το καλό βέβαια είναι ότι οι ιππόκαμποι προσαρμόζουν τους χρωματισμούς τους, ανάλογα με το περιβάλλον που βρίσκονται εκείνη τη στιγμή, έτσι είναι δύσκολο να τους εντοπίσεις. Αφού πέρασαν κάποιες ώρες, εμφανίστηκε μπροστά τους ένας μεγάλος φωτεινός αστερίας, και τους είπε ότι ο καρχαρίας, αφού έφαγε όσο πιο πολύ μπορούσε, εξαφανίστηκε. Ήταν και πάλι ελεύθεροι να γυρίσουν σπίτι τους και να αφήσουν επιτέλους και τον κύριο Μίλτο να ηρεμήσει, μιας και φαινόταν ότι είχε ταραχτεί περισσότερο από τους υπόλοιπους…
Το πρώτο πράγμα που έκαναν ο ιππόκαμπος και η γυναίκα του, αφού μπήκαν στο σπίτι τους, ήταν να απαγορέψουν στον Πίκο και στην Κάλια να ξαναβγούνε μόνοι τους έξω.
- Σας είπα παιδιά, προσοχή... μην πλησιάσει κανένας σας στην επιφάνεια της θάλασσας, ξέρω ότι σας αρέσει να θαυμάζετε τα καράβια που περνάνε, αλλά αν σας δει ο καρχαρίας, δεν θα γλιτώσετε με τίποτα. Μέχρι να δούμε λοιπόν τι θα κάνουμε με τον καρχαρία, δεν θα βγείτε από το σπίτι, είπε και τελείωσε ο μπαμπάς ιππόκαμπος από τις απαγορεύσεις του!
Ο Πίκο ήταν το πιο ντροπαλό ιπποκαμπάκι του βυθού, άκουγε τους γονείς του, ήταν πάντα καθαρός και ήσυχος, έκανε τα μαθήματα του, μα όταν έμενε μόνος με την αδερφή του, γινόταν το πιο ατίθασο και σκανδαλιάρικο παιδί, που οι γονείς του δεν μπορούσαν ούτε να το φανταστούν, μέχρι τη μέρα που το είδαν με τα μάτια τους! Είχε περάσει λίγος καιρός με τα ιπποκαμπάκια να μη βγαίνουν από το σπίτι, έτσι μια μέρα που οι γονείς τους πήγαν για τροφή και τα άφησαν μόνα στο σπίτι, ο Πίκο δεν άντεξε άλλο και είπε στην αδερφή του
- Εγώ πάω μια βόλτα, δεν αντέχω άλλο εδώ μέσα, θα γυρίσω πριν τους γονείς μας.
Μα πριν προλάβει να μιλήσει η Κάλια, ο Πίκο είχε ήδη βγει έξω και κολύμπαγε προς την επιφάνεια. Η καημένη η Κάλια μόλις το κατάλαβε άρχισε να τον κυνηγάει.
- Πίκο... Πίκο... γύρνα πίσω αμέσως, και σου υπόσχομαι να μην σε μαλώσω, φώναζε η Κάλια.
Μα ο Πίκο κολύμπαγε όλο και πιο γρήγορα. Αφού κατάφερε και έβγαλε το κεφαλάκι του έξω από το νερό, είδε ένα μεγάλο κάτασπρο καράβι και πάνω του κόσμο που πηγαινοερχόταν. Έμεινε εκεί να το θαυμάζει μέχρι που τον έφτασε και η Κάλια. Εκείνη τη στιγμή ο Πίκο είδε πάνω στο καράβι, μια όμορφη κοπέλα που κοίταγε με θαυμασμό και αγάπη ένα δαχτυλίδι που κράταγε. Το μαργαριτάρι όμως που ήταν πάνω στο δαχτυλίδι της, έπεσε στη θάλασσα και η κοπέλα στεναχωρημένη σηκώθηκε όρθια καθώς έβλεπε το μαργαριτάρι της που βούλιαζε όλο και πιο βαθιά. Ο Πίκο άρχισε να κολυμπάει και ξέφυγε από την Κάλια που προσπαθούσε να τον σταματήσε. Αφού κολύμπησε λιγάκι και πλησίασε το μαργαριτάρι, άνοιξε το στόμα του και το κατάπιε, μαζί με πολύ πολύ νερό... Τώρα έπρεπε να το δώσει στην κοπέλα και να την κάνει χαρούμενη. Αφού προσπερνούσε πάλι την Κάλια βγήκε στην επιφάνεια, πήρε φόρα και τσούπ ο Πίκο βρέθηκε πάνω στο καράβι, και μέσα στο χέρι της κοπέλας! Δίπλα της είχε μαζευτεί πολύς κόσμος που έψαχνε το μαργαριτάρι, ανάμεσα τους και ο πατέρας της, ένας μάγος με μοναδικές ικανότητες. Μόλις ο Πίκο άνοιξε το στόμα του, νερά πετάχτηκαν και λέρωσαν το φόρεμα της κοπέλας, μα μόλις έπεσε το μαργαριτάρι, όλοι έμειναν άφωνοι από την καλή πράξη του μικρού ιππόκαμπου… Η κοπέλα τότε ζήτησε στον πατέρα της, να δώσει φωνή στον Πίκο ώστε να μπορεί να μιλάει.
- Να τον ευχαριστήσουμε, να τον κρατήσουμε κοντά μας, και ακόμα να του δώσουμε ότι θελήσει πατέρα, είπε το κορίτσι. Ο πατέρας της τότε του χάρισε ανθρώπινη φωνή. Έτσι μπορούσε να μιλήσει στη γλώσσα των ανθρώπων!
- Σας ευχαριστώ πολύ, κύριε μάγε, και εσάς δεσποινίς μου, αλλά είμαι πολύ ευτυχισμένος στο βυθό κοντά στην οικογένεια μου. Αν μείνω μαζί σας θα ανησυχήσουν πολύ και θα γίνουν δυστυχισμένοι αν δεν γυρίσω κοντά τους. Εγώ ήθελα να φέρω μόνο το μαργαριτάρι σας, για να χαμογελάσετε και πάλι, είπε ο Πίκο καθώς φοβήθηκε ότι θα μείνει για πάντα στο καράβι και θα έχανε την οικογένεια του!
Η κόρη του μάγου τότε είπε πως ο πατέρας της θα κάνει ότι θέλει για να τον ευχαριστήσει και θα τον αφήσουν να πάει στους γονείς του και την αδερφούλα του
– Πραγματικά σας ευχαριστώ, αλλά δεν χρειάζομαι τίποτα, οι γονείς μου, μου δίνουν ότι ζητήσω, είπε ο Πίκο…
-Μα δεν είναι δυνατόν, πρέπει να σε ευχαριστήσουμε για την καλή σου πράξη. Έτσι είναι νεαρέ μου, ζήτησε μου ό,τι λοιπόν σε ευχαριστεί και αμέσως θα σου το δώσω, είπε ο μάγος…
Μα πριν ο Πίκο προλάβει να του απαντήσει και αυτή τη φορά, άκουσε την Κάλια που τον φώναζε τρομαγμένη…
-Πίκο... Πίκο... βοήθεια… αδερφούλη μου, ο καρχαρίας… ε.. εεε.. έρχεται, φώναξε η Κάλια.
- Ο Πίκο τότε πετάχτηκε όρθιος, καθώς φοβήθηκε για την αδερφούλα του και ζήτησε από τον μάγο να τον βοηθήσει να σώσουν την Κάλια από τα πεινασμένα σαγόνια του καρχαρία.
- Μπορείτε να με κάνετε μεγάλο; Ποιο μεγάλο από τον καρχαρία; Ρώτησε διστακτικά ο Πίκο και ο μάγος, άκουσε και αμέσως πραγματοποίησε την επιθυμία του, καθώς τον μεταμόρφωσε, στον πιο μεγάλο και δυνατό ιππόκαμπο που έχετε δει ποτέ!
Έτσι ο Πίκο, σίγουρος τώρα για το μεγάλο του μέγεθος και τη δύναμη του, αφού ευχαρίστησε τον μάγο και την κοπέλα, βούτηξε και πάλι στη θάλασσα και με δύο κωλοτούμπες, βρέθηκε ακριβώς μπροστά στην Κάλια. Η Κάλια δεν πίστευε στα μάτια της, ο αδερφούλης της, ήταν πραγματικά τεράστιος, σαν δύο καρχαρίες! Μόλις ο καρχαρίας πλησίασε και είδε τον Πίκο άρχισε να τρέμει από τον φόβο του, καθώς μέχρι εκείνη τη στιγμή, ο καρχαρίας πίστευε πως είναι ο μεγαλύτερος και δυνατότερος, σε όλο τον βυθό. Ο Πίκο όμως που ήταν και πολύ έξυπνος, κατάλαβε αμέσως το φόβο του καρχαρία και άρχισε να τον κοροϊδεύει, κάνοντας στροφές γύρω του και τραγουδώντας!
«Μπορώ να σε νικήσω, είμαι πιο δυνατός, γιατί είμαι εγώ ο Πίκο, ο καλός και τρομερός! Μπορώ να σε νικήσω, δεν θα σε φοβηθώ, κι αν καρχαρίας είσαι, σε τρώω στο λεπτό…»
Ο κόσμος που ήταν πάνω στο καράβι, με τον μάγο και την κοπέλα, καθώς έβλεπε τον Πίκο να πειράζει τον καρχαρία χωρίς να φοβάται, αλλά και τον καρχαρία να τρέμει, έσκασε στα γέλια… Εκείνη τη στιγμή, έφτασαν κοντά στην Κάλια οι γονείς της, με τον Μίλτο το χταπόδι και ένα σωρό ψάρια, που είχαν ανησυχήσει και βγει για να ψάξουν τον Πίκο και την Κάλια καθώς φοβήθηκαν ότι θα τους φάει ο καρχαρίας. Όμως δεν πίστευαν σε αυτό που έβλεπαν, ο Μίλτος άρχισε να κάνει τον σταυρό του και η Κάλια τους εξήγησε τι είχε συμβεί και γιατί ο μάγος θέλησε να ευχαριστήσει τον Πίκο… Όλοι έδειχναν και πάλι ευτυχισμένοι, καθώς άκουσαν τον καρχαρία να ζητάει συγνώμη και να παρακαλάει τον Πίκο να μην τον φάει, αλλά να γίνουν φίλοι… Ο μάγος που τα άκουσε όλα, ένοιωσε χαρούμενος με τη βοήθεια που προσέφερε στον Πίκο, έτσι το τελευταίο που έκανε, ήταν να επαναφέρει και πάλι τον Πίκο στο κανονικό του μέγεθος, ενώ του ψιθύρισε στο αυτί, δυο μαγικά λόγια και του είπε πως όποτε θελήσει, μπορεί να ξαναγίνει τεράστιος και δυνατός! Τον ευχαρίστησαν και πάλι για το μαργαριτάρι και τον χαιρέτησαν. Τότε ο Πίκο πλησίασε τους γονείς του, κατέβασε το κεφαλάκι του και ζήτησε ντροπαλά συγνώμη που παράκουσε τις εντολές του πατέρα του, καθώς φοβήθηκε ότι θα τον μαλώσουν. Αλλά οι γονείς του δεν τον μάλωσαν γιατί κατάφερε να σώσει την αδερφή του, να επιστρέψει το μαργαριτάρι στην κοπέλα, αλλά και να σώσει όλα τα ψάρια του βυθού από τον καρχαρία. Η μαμά του τον αγκάλιασε και η Κάλια, του έδωσε ένα μεγάλο φιλί. Τώρα ο Πίκο ήταν ο προστάτης ολόκληρου του βυθού, ο καρχαρίας έγινε ένας καινούργιος φίλος και όλοι άρχισαν να χορεύουν και να τραγουδάνε, καθώς απομακρύνονταν από το καράβι, γυρίζοντας στο βυθό σίγουροι και ανέμελοι, όπως ήταν παλιά…
Είναι όμορφη η ζωή, και στο λέει ένα παιδί… Κοίτα τη θάλασσα, κοίτα ψηλά, είναι όλα, τόσο, μοναδικά...
Είναι όμορφη η ζωή, μόνο αλήθεια να ξέρεις να πεις. Αρκεί να ξέρεις, να αγαπάς και δύσκολα να ’ρθουν, να χαμογελάς...
Είναι όμορφη η ζωή, σαν βγαίνει ο ήλιος, φεύγει η βροχή. Και απ' τα ματάκια μας λάμπει η χαρά, μόνο αν νοιώθουμε, πάντα παιδιά...
Με τραγούδια και παιχνίδια περνάνε οι μέρες και όλοι είναι ευτυχισμένοι… Ζούνε στον ονειρεμένο τους βυθό, αλλά ο Πίκο ανεβαίνει συχνά στην επιφάνεια της θάλασσας και όταν βλέπει τα καράβια να περνάνε, θυμάται την όμορφη κοπέλα και τον καλό μάγο..!!

γράφει η Άννα Πάτσου

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου